Καθώς περπατώ μέσα από το μαυρισμένο δάσος
Σκέψεις μίσους και θυμού γεμίζουν τη ψυχή μου
Τα καμένα υπολείμματα των ιερών κυλίνδρων
Ουρλιάζουν (για) μετάνοια αν και είναι πολύ αργά
Πολεμώ πίσω το γέλιο ως προς το τι βλέπω
Των παθόντων θεραπευτών η ψευδής προορισμένη προφητεία
Δεν σκεφτόταν εχθές για το τέλος της ζωής του
Οι χαζοί πλύσης εγκεφάλου γεννιούνται ξανά από χιλιάδες ψέματα
Κραυγές γεμάτες μίσος σπάνε τη σιωπή
Φοβερά όνειρα γεμίζουν το κεφάλι σου
Βλασφημία βγαίνοντας έξω, στις μάζες που βασιλεύει
Η μάσκα της υποκρισίας σιγά σιγά αποκαλύφτηκε
Φοβηθείτε το ολοκαύτωμα των αγγέλων, ουρλιάζουν
Όνειρα φόβου για πάντα μπαίνουν στο κεφάλι σου
Θανάτου και φόβου σιχαμάρα, πάνω στο ανθρώπινο είδος τρέφεται
Η γη είναι νεκρή και πάει τώρα, το φέραμε σε ένα τέλος
Για τελευταία φορά με έχουν προδώσει
Ποτέ ξανά δεν θα εκθέσω τον εαυτό μου σε αυτή την υποκρισία
Κάτι με τραβά στην άλλη άκρη
Μόνο ο χρόνος θα πει το αληθινό μου πεπρωμένο