Νύχτες γονατιστές στα όρη της Ανατολής,
μέρες απαρηγόρητες στις θάλασσες της Δύσης.
Ανεβαίνει ψηλά στον ουράνιο τρούλο ο δικέφαλος γυπαετός,
εποπτεύει τα πέλαγα, εποπτεύει τα σπήλαια ο δικέφαλος γυπαετός.
Βυθίζει τα νύχια του στις θολές παρυφές των αιώνων.
Χιλιάδες πληγές ανοιχτές, αχόρταγα στόματα μεγιστάνων,
ακατανόητες γλώσσες ανθρώπων.
Νύχτες γονατιστές στα όρη της Ανατολής,
μέρες απαρηγόρητες στις θάλασσες της Δύσης.
Λαός σαν την άμμο της θάλασσας, Θεός φορτωμένος μαλάματα,
αλόγων κουρνιαχτός, και λιονταριών πλημμύρα
αιμάτων ποταμοί, αιμάτων ποταμοί.
Ανεβαίνει ψηλά στον ουράνιο τρούλο ο δικέφαλος γυπαετός,
εποπτεύει τα πέλαγα εποπτεύει τα σπήλαια ο δικέφαλος γυπαετός.
Καβαλάρηδες άγιοι και ξυπόλητοι αγιογδύτες
η Πόλη κοιμάται στα πορφυρά της όνειρα
και τα σοκάκια ξαγρυπνούν ξαρμάτωτα.
Βυσσοδομούν οι βάρβαροι στις αμπάρες της οικουμένης
και σκουντουφλούν οι καλόγεροι στο κομποσκοίνι τους.
Ανεβαίνει ψηλά στον ουράνιο τρούλο ο δικέφαλος γυπαετός,
εποπτεύει τα πέλαγα εποπτεύει τα σπήλαια ο δικέφαλος γυπαετός.
Νύχτες γονατιστές στα όρη της Ανατολής,
μέρες απαρηγόρητες στις θάλασσες της Δύσης.