Μου λέει πως όταν λείπω, δεν του λείπω
και ούτε σπίρτο δεν τον καίει να με δει,
πως δε μου ανήκει, ούτε του ανήκω
και θα χαρεί καμιά φορά αν με ξαναδεί.
Άσ’ τα να πάνε, άσ’ τα να πάνε,
μάτια που δεν δακρύζουν, δεν αγαπάνε,
άσ’ τα να πάνε, άσ’ τα να πάνε,
άσ’ τα να δούνε τι θα πει να πονάνε.
Μου λέει τα περασμένα, ξεχασμένα
πως δεν είναι ανάγκη να τηλεφωνώ,
ότι ζούσε για τον κόσμο και για `μένα
μια ιστορία που τελείωσε εδώ.
Άσ’ τα να πάνε, άσ’ τα να πάνε,
μάτια που δεν δακρύζουν, δεν αγαπάνε,
άσ’ τα να πάνε, άσ’ τα να πάνε,
άσ’ τα να δούνε τι θα πει να πονάνε.
Μάτια που δεν δακρύζουν, δεν αγαπάνε.