Περδικόστηθη Tσιγγάνα,
ω μαγεύτρα, που μιλείς
τα μεσάνυχτα προς τ’ άστρα
γλώσσα προσταγής.
Σφίξε γύρω μου τη ζώνη
των αντρίκειων σου χεριών,
είμαι ο μάγος της αγάπης,
μάγισσα των αστεριών.
Mάθε με πώς να κατέχω
τα γραφτά θνητών κι εθνών,
πώς τ’ απόκρυφα των κύκλων
και των ουρανών.
Πώς να φέρνω αναστημένους
σε καθρέφτες μαγικούς,
τις πεντάμορφες του κόσμου
κι όλους τους καιρούς.
Πώς με Δωδεκάλογο του Γύφτου Σολομώντεια
να σφραγίζω και να κλειώ
τα μεγάλα τα τελώνια
σε γυαλί στενό.
Και στη θάλασσα να ρίχνω
το γυαλί, και να γυρνά
μέσ’ στην άβυσσο το ό,τι είναι
με την άβυσσο γενιά.
Γιατί κάτι ξέρω, κάτι
να σου δώσω έχω κι εγώ,
άδεια στέκεται μια στάμνα
στο βαθύ, μπροστά, νερό,
Και θα στη γιομίσω, ξέρω,
την πανώρια μουσική,
θα τη ζήσης, θεία, μαζί μου,
στο δικό μου το βιολί.